Sunday, October 16, 2016

Περιβάλλον και βιώσιμη ανάπτυξη 4ο μέρος

Οι θέσεις των θεωρητικών ρευμάτων σε διεθνές επίπεδο   μας είναι χρήσιμες για να εξετάσουμε το κατά πόσο τα ελληνικά πολιτικά κόμματα ενημερώνονται κι αφομοιώνουν κριτικά αυτούς τους προβληματισμούς.

Πρώτα απ’ όλα, η φιλελεύθερη θέση συνοψίζεται στη φράση «ο ρυπαίνων πληρώνει». Η λογική αυτή επισημαίνει πως οι εξωτερικές επιβαρύνσεις λόγω της ρύπανσης που επιφέρει η οικονομική δράση πρέπει να αντιμετωπίζονται από τα ενδιαφερόμενα μέρη και μόνο μέσα από ελεύθερες διαπραγματεύσεις. Η ίδια η αγορά με τη δική της λογική μπορεί να αντιμετωπίσει πιο αποτελεσματικά το ζήτημα αν συμφωνηθεί να δοθούν τιμές στα ελεύθερα αγαθά που πρόσφερε στο παρελθόν απλόχερα η φύση και με κατεύθυνση την ιδιοποίηση με τη λογική της ατομικής ιδιοκτησίας των πηγών αυτών. Η συνεπαγωγή της σκέψης αυτής είναι να ρυθμίζονται οι ρυθμοί ανάλωσής τους σύμφωνα με τους ρυθμούς της ζήτησής τους. Η νεο-φιλελεύθερη αυτή αντίληψη είναι φανερό ότι υπερβαίνει τη θέση του J. Locke και ωθεί στην εμπορευματικοποίηση όλων των ελεύθερων αγαθών που αναγνώριζε η κλασική πολιτική οικονομία [1] και τα οποία ήταν ιδιοκτησία του συνόλου της ανθρωπότητας και της φύσης. Άρα για τους νέους φιλελεύθερους ο πράσινος καπιταλισμός είναι το μέλλον της ανθρωπότητας και της φύσης [2].

           Ο μηχανισμός της αγοράς, θεωρούν οι σοσιαλδημοκρατικής προέλευσης και οι νεοκεϋνσιανοί πολιτικοί και οικονομολόγοι, όπως λειτουργεί σύμφωνα με τους κανόνες του οικονομικού φιλελευθερισμού αδυνατεί να λάβει υπ’ όψιν του τις εξωτερικές επιβαρύνσεις της παραγωγής στην κοστολόγηση και τιμολόγηση του προϊόντος, με συνέπεια να πρέπει το κράτος να αναλάβει να παρέμβει για την προστασία του περιβάλλοντος. Ο πράσινος φόρος είναι η βασική πολιτική παρέμβασης του κράτους που βοηθάει στην εσωτερίκευση της εξωτερικής επιβάρυνσης στην τιμή του προϊόντος ώστε να εξισωθούν τα δυο κόστη : το ιδιωτικό και το κοινωνικό. Η κρατική παρέμβαση, εθνική αλλά και διεθνής στο βαθμό που διεθνοποιείται η οικολογική κρίση θεωρείται απαραίτητη, γιατί η μεγαλύτερη αδυναμία της αγοράς είναι κυρίως η αδυναμία επακριβούς εξακρίβωσης και μέτρησης της εξωτερικής επιβάρυνσης, που μπορεί να γίνει μόνο μέσω των συγκεντρωμένων, ή και αποκεντρωμένων, θεσμών του κράτους (υπουργεία, τοπική αυτοδιοίκηση, πανεπιστημιακές μονάδες και ινστιτούτα ερευνών) [3].



            Πέρα από το νέο φιλελευθερισμό και τη νεοκεϋνσιανή σοσιαλδημοκρατία που αναγνώρισαν το πρόβλημα της μόλυνσης του περιβάλλοντος και πρότειναν λύσεις ανάλογα με τη βασική λογική τους, η Αριστερά, τουλάχιστον στις επίσημες και κρατικές εκδοχές του, είτε αγνοούσε το πρόβλημα έχοντας ως κύριους στόχους του την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων με κατεύθυνση το σοσιαλισμό και την κάλυψη των βασικών καταναλωτικών αναγκών των ανθρώπων είτε το θεωρούσε δευτερεύον και το απέδιδε στα παραπροϊόντα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής υποσχόμενος τη λύση του στο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας ως πρόβλημα τεχνικής και μόνο. Η κρατική αριστερά των καθεστώτων του "υπαρκτού σοσιαλισμού" δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της μόλυνσης του περιβάλλοντος στις κοινωνίες αυτές και μετά το ατύχημα του Chernobyl αποδείχτηκε περίτρανα ότι η μόλυνση στις κοινωνίες αυτές είχε χειρότερες τιμές απ’ ότι στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές κοινωνίες. Όμως κριτικές φωνές και δυνάμεις υπήρξαν και μέσα στα πλαίσια του χώρου αυτού της παραδοσιακής αριστεράς που, αργά ή γρήγορα, σε ορισμένες περιπτώσεις στη Δυτική Ευρώπη κατάφεραν να επιβάλουν την άποψή τους [4] στους πολιτικούς τους φορείς



[1] Βλ  Λοκ Τζων, (1990), Δεύτερη πραγματεία περί κυβερνήσεως, Αθήνα, Εκδόσεις Γνώση και για κριτική επισήμανση των μεθοδολογικών και πολιτικών προβλημάτων που σημαδεύουν τη γέννηση του φιλελευθερισμού βλ. Αγγελίδης Μανόλης, (1994), Η γένεση του φιλελευθερισμού : προβλήματα σύστασης του πολιτικού σε θεωρίες του κοινωνικού συμβολαίου, Αθήνα, Εκδόσεις Ιδρύματος Σάκη Καράγιωργα. ιδίως σ.σ. 161 - 192.
[2] Για την κριτική από τη σκοπιά της πολιτικής οικολογίας βλ. Μαντότο Ρίτα, (1996), Ο οικοκαπιταλισμός : Το περιβάλλον ως μεγάλη επιχείρηση, Αθήνα, Εκδόσεις Στάχυ, Σειρά: Κοινωνία και Περιβάλλον 2. ιδίως σ.σ. 139 - 158.
[3] Για κριτική από τη σκοπιά της πολιτικής οικολογίας βλ. Γκορζ Αντρέ, (1993), Καπιταλισμός, Σοσιαλισμός, Οικολογία, Αθήνα, Εναλλακτικές Εκδόσεις / Σειρά Θεωρία 16.σ.σ. 80 - 88.
[4] Π.χ. Ολλανδικό Κ.Κ. και Ισπανικό Κ.Κ.

No comments:

Κινηματογραφική Λέσχη Ηλιούπολης-ΤΕΤΑΡΤΗ 7/14/2022 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)

 Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ (ΝΤΟΜΑΝΓΚΤΣΙΝ ΓΕΟΤΖΑ)                                                                    του Χονγκ Σανγκ-σου (ΝΟΤΙΑ ΚΟΡ...